Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

δίχως όνομα,ένας

φωτο απο εδώ



ΝΥΧΤΕΣ
IV (απόσπασμα από το «Χρονικό»/1975)  


Από την άλλη μεριά του απογεύματος ακουγόταν πάντοτε η θάλασσα.
Δεν υπάρχει απόγευμα,θάλασσα.
Η κυρία Ιακώβου.Η Σοφία όπως ξέρετε.Διαμέρισμα τέσσερα.
Βγαίνει ψηλά στο παράθυρο,κατεβάζει το καπάκι,τραβάει τις κουρτίνες ,έχει σβήσει το φώς.Το παράθυρο σβήνει.
Εκείνα τα μάτια θα ήταν αγάπης,μονοπάτια μονάχων ανθρώπων.
Προεξοχές σκοταδιού.Η τυφλή κηλίδα όπου κουνιέται μια κινηματογραφική διαφήμιση.
Πιο πολύ ασχολίες για σένα Πιο πολύ για χτές Υπόλοιπα,κατάλοιπα Πιο πολύ για ποτέ-απουσία.Προχωρείς σα χαμένος.
Η ζωή σου με την πλάτη στον τοίχο και το χέρι του άλλου σε ψάχνει.
Η ζωή σου ξαναρχίζει αργότερα σε άλλη συνοικία και μου έλεγες.
Νυχτερινά πρακτορεία ,θα μπορέσεις να φύγεις.
Θα ξανάρθεις γυμνός,προδομένος όπως είσουν.
Απόψε τα δόντια σου σκάβουν το λίγο πικρό ψωμί όπου κρύβεται η λευτεριά σου. Α
πόψε οι πέτρες ανοίγουν τα παράθυρά τους.
Ένα σκούρο χαμόγελο γλιστράει πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν το στόμα ,το προσωπό σου. Καταποντισμένος σε ένα αρχαίο κρεβάτι θα κοιμηθείς ανώνυμε φίλε.
Αν μπορούσες να ξέρεις πώς αρχίνισαν όλα τούτα.
Γέρικες γυναίκες που πάνε κι έρχονται κουβαλώντας πεθαμένα παιδιά.
Το καρφί που κοιτάζεις στον τοίχο,κρεμασμένο σακάκι,τα παπούτσια στο πάτωμα. Στον εξώστη φεγγάρι.
Ένα σπίτι και άπειρα σπίτια.
Και σου λένε θα φύγεις ,υπόγραψε αυτό.
Δυό άντρες για ένα φορείο.
Δυό γυναίκες για ένα φιλί.
Τέσσερα μαχαίρια για τον καταδότη.
Και για σένα η νύχτα.
Και η γλώσσα ξερή.
Δίχως όνομα ένας.
Σε κρατάνε στον τοίχο.
Δυό άντρες κατόπιν που πλένουν τα χέρια Με νερό και σαπούνι.

Τάκης Σινόπουλος


2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

παρα πολύ καλό.....να σαι καλά

κοκκινη κισσα είπε...

homemade

χαίρομαι που σου άρεσε..καλό βράδυ!