Το ποιητικό συμβάν του Μάρκου Μέσκου
του Γιώργου Μπλάνα
Κάθε ποίημα του Μάρκου Μέσκου είναι ένα συμβάν. Πολύ πριν καταφτάσει ο 21ος αιώνας με τον τραυματικό σχετικισμό του, ο Μέσκος έμοιαζε να ξέρει καλά ότι η πραγματικότητα δεν είναι ένα χρονικό και χωρικό συνεχές, αλλά ασυνεχής παράθεση στιγμών και τοπίων, την οποία οι τρομαγμένοι από τις ραγδαίες αλλαγές καλλιτέχνες είτε προσποιούνταν πως δεν συναισθάνονταν είτε προσπαθούσαν να την εντάξουν σε εύθραυστες, εφήμερες ολότητες. Δεν ισχυρίζομαι πως οι ποιητές των μεταπολεμικών χρόνων δεν μας έδωσαν ποίηση εξαίρετη. Προσωπικά υπεραγαπώ τους περισσότερους από αυτούς και πιστεύω πως λίγες γλώσσες -σε παγκόσμιο επίπεδο- παρήγαγαν τόσο καλή ποίηση. Ούτε αξιώνω για λογαριασμό του Μάρκου Μέσκου οποιαδήποτε πρωτοκαθεδρία. Δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα στην ποίηση. Δεν υπάρχει πια τίποτα συνεχές και συμμετρικό στην ποίηση, ώστε να πούμε ποιος είναι πρώτος και δεύτερος κ.λπ. Ισχυρίζομαι μόνο πως ο Μέσκος έγραψε μια ποίηση που απευθύνεται στον 21ο αιώνα, ήδη από τις αρχές του δεύτερου μισού του 20ού.
Δηλαδή:
Το ποίημα του Μάρκου Μέσκου δεν προκύπτει από τη διαχείριση κοινών συναισθηματικών τόπων· είναι ένα αυτόνομο γλωσσικό αντικείμενο, που ανακύπτει αναπάντεχα ως ίχνος ενός κοσμικού συμβάντος. Πρέπει να το εξερευνήσουμε, να το κατοικήσουμε και φυσικά να αναλάβουμε την ευθύνη τού κόσμου με τον οποίον αντικαθιστά τον νόμιμο κόσμο της κοινής μας εμπειρίας.
1) Το ποίημα του Μάρκου Μέσκου δεν διακατέχεται από το άγχος της άμεσης ανάγνωσής του, γιατί προπάντων δεν το βασανίζει η μελαγχολία του ολοκληρωμένου. Γεμάτο εγκοπές, παρενθέσεις -κυρίως παρενθέσεις- και αυτοαναιρέσεις, μπορεί να μας περιμένει να ετοιμαστούμε. Τίποτα δεν είναι αρκετά ολοκληρωμένο ώστε να ταυτίζεται με τον εαυτό του σ’ αυτήν την περιπέτεια που λέμε ζωή. Τίποτα δεν είναι αρκετά απλό, διαυγές και φωτεινό, ώστε να καταφέρει να μας κρύβεται για πάντα. Στα σκοτεινά βαδίζουμε, ονειροπολώντας τη γαλήνη, την αιωνιότητα, την ολότητα, και μπορεί να μην υπάρχει άλλο ισχυρότερο φως από αυτήν την πορεία. Αργά ή γρήγορα έρχεται ο καιρός της πραγματικότητας που είναι πιο φανταστική από κάθε κοινότοπη φαντασία.
Η νύχτα είναι ένα δάσος από κυπαρίσσια
σάπια κρέατα-σάπια κρέατα-σάπια κρέατα.
Στη ρίζα του βουνού ο διάλογος:
Εσύ κι εγώ, εγώ κι εσύ, εσύ κι εγώ!...
Όσα απομείνανε πουλιά χαθήκανε στο δάσος.
(Άλογα αφηνιασμένα τα λόγια μου
δεν ξέρω τι λέω).
Σκοτεινές, ασύνδετες εικόνες. Κι αυτός ο διάλογος! Ποιοι, τι και γιατί; Αλλά το ποίημα δεν απαιτεί από τον αναγνώστη να το αποδεχθεί ως άσκηση βαθύτητας. Αυτή η παρένθεση λέει: "Εγώ ο ποιητής είμαι μαζί σου. Ούτε κι εγώ ξέρω τι λέω, αλλά νοιώθω πως τα λόγια μου έχουν κάτι από τη φυσικότητα της κίνησης ενός αγριεμένου αλόγου. Θα ηρεμήσω και θα ηρεμήσεις και θα δούμε τι σημαίνουν όλα αυτά. Προς το παρόν μπορείς να ξεχυθείς σαν άλογο αφηνιασμένο μαζί μου".
«Η ποίηση είναι μια στιγμιαία μεταφυσική», γράφει κάπου ο Γάλλος φιλόσοφος Γκαστόν Μπασλάρ. «Σε ένα σύντομο ποίημα, οφείλει να δώσει μια θέαση του Σύμπαντος και, ταυτόχρονα, το μυστικό μιας ψυχής, ενός όντος και των αντικειμένων. Αποτελεί την αρχή μιας ουσιώδους ταυτοχρονίας, όπου το πιο διάσπαρτο είναι, το πιο εξαρθρωμένο, κατακτά την ενότητά του». Αυτό είναι η ποίηση του Μέσκου.
2) Στο ποίημα του Μάρκου Μέσκου οι σιωπές είναι πραγματικές λέξεις και φράσεις. Η γλώσσα του ποιητή μπορεί να πει τα πάντα, αλλά όταν το σώμα προσπαθεί να προστατεύσει την πληγή του, χρειάζεται να το βοηθήσουμε ακούγοντας αυτό που ο πόνος δεν το αφήνει να αρθρώσει.
Το σούρουπο γυρίζουν σπίτι τα νερά
αέρι δρόμοι σπαθί - στο σπίτι. Ο σκύλος
παίρνει το πόστο. Η άσπρη χαρακιά του Γαλαξία
στον ουρανό. Ώρα να φυλάξουν καλά τ’ όνειρο
μην κρυώσει, μην λογιστεί ακόμη τα ξέφωτα.
Και ακολουθεί ένα στίχος σιωπηλός. Όχι μια κενή αράδα ή διάστημα. Ένας στίχος βουβός. Κι έπειτα, ο επόμενος στίχος αρχίζει με αποσιωπητικά.
...Καμιά φορά
πώς ξεπηδάει η σύμπτωση! Εκεί λοιπόν
στο ξέφωτο η βαλανιδιά. Τα φύλλα
της βαλανιδιάς με τα κλωνιά
κι αέρι και σκιά και μοιρολόι και μάνα -
κανείς, κανείς μην πει πως είναι μόνος.
Τι συνέβη στο μεταξύ; Τι ειπώθηκε μ' εκείνη τη σιωπή, τι αποσιώπησε η πληγωμένη γλώσσα; Πώς μπορούμε να ξέρουμε; Υπάρχουν κάποια ίχνη: οι δύο τελευταίοι στίχοι της πρώτης στροφής σαν να αντηχούν: με λογισμό και μ’ όνειρο. Κι εκείνη η μάνα που μοιρολογεί...
Έτσι φτιάχνονται τα ποιήματα σήμερα. Κι ο Μάρκος Μέσκος έτσι τα έφτιαχνε πριν από πολλές δεκαετίες. Δύσκολη ζωή, δύσκολα ποιήματα. Δύσκολα ποιήματα, μεγάλες ιδέες.
ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ: Ποιήματα. Τόμοι 2 [Μαύρο Δάσος Ι, Μαύρο Δάσος ΙΙ].
Αθήνα, Γαβριηλίδης, 2011. Σελ. 278 & 398.
1 σχόλιο:
Για μένα αυτό είναι το καλήτερο κομμάτι του, του Πορτρέτου:
χάθηκεν όπως ήρθε•
μυστικό εφτασφράγιστο στον τετράγωνο λαξεμένο λίθο της εξώπορτάς του.
Φιλιά πολλά και καφεδάκι
Δημοσίευση σχολίου