Οι κινήσεις των επίλεκτων μονάδων καταστολής προς το Πολυτεχνείο (17 Νοέμβρη του 1973) και οι θέσεις των 24 (πλήρως επιβεβαιωμένων) θυμάτων της εξέγερσης.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιστορια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιστορια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019
Τρίτη 1 Μαΐου 2018
ενας γενναίος Ελληνας!!!
....και για να μην ξεχνιόμαστε..
ΑΛΕΚΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ(2 Ιουλίου 1939 – 1 Μαΐου 1976)
ΑΛΕΚΟΣ ΠΑΝΑΓΟΥΛΗΣ(2 Ιουλίου 1939 – 1 Μαΐου 1976)
Ὑπόσχεση
(γραμμένη στὴν ἀπομόνωση στὸ Μπογιάτι, τὸν Φλεβάρη τοῦ 1972. «Γράφτηκε
-σημειώνει ὁ ποιητὴς Ἀλέκος Παναγούλης- ὄχι γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὰ δάκρυα
ποὺ ὁ πόνος καὶ ἡ ὀργὴ ἀνέβαζαν στὰ μάτια, μὰ γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει μιὰ ἀπόφαση.
Ἁπλοϊκὰ γραμμένο ἴσως, μὰ εἶναι ἕνας ὅρκος»
Τὰ ποιήματα - ἐκδόσεις Παπαζήση).
(γραμμένη στὴν ἀπομόνωση στὸ Μπογιάτι, τὸν Φλεβάρη τοῦ 1972. «Γράφτηκε
-σημειώνει ὁ ποιητὴς Ἀλέκος Παναγούλης- ὄχι γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὰ δάκρυα
ποὺ ὁ πόνος καὶ ἡ ὀργὴ ἀνέβαζαν στὰ μάτια, μὰ γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει μιὰ ἀπόφαση.
Ἁπλοϊκὰ γραμμένο ἴσως, μὰ εἶναι ἕνας ὅρκος»
Τὰ ποιήματα - ἐκδόσεις Παπαζήση).
Τὰ δάκρυα ποὺ στὰ μάτια μας
θὰ δεῖτε ν᾿ ἀναβρύζουν
ποτὲ μὴν τὰ πιστέψετε
ἀπελπισιᾶς σημάδια.
Ὑπόσχεση εἶναι μοναχὰ
γι᾿ Ἀγώνα ὑπόσχεση».
θὰ δεῖτε ν᾿ ἀναβρύζουν
ποτὲ μὴν τὰ πιστέψετε
ἀπελπισιᾶς σημάδια.
Ὑπόσχεση εἶναι μοναχὰ
γι᾿ Ἀγώνα ὑπόσχεση».
Παρασκευή 25 Μαρτίου 2011
μέρα μνήμης
......................................................ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας απο τον Κανάρη..........................................................
......................................
Ο Διονύσιος Σολωμός μέσα στην πυρωμένη περίοδο που η Επανάσταση, όπως οι ήρωες του Σεφέρη, προχωρεί στα σκοτεινά, σε στίχους του «Υμνου για την Ελευθερίαν» καταθέτει δύο τετράστιχα με τραγικό δραματικό περιεχόμενο. Εικόνα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος .
«Με τα ρούχα αιματωμένα/ ξέρω ότι έβγαινες κρυφά/ να γυρεύεις εις τα ξένα/ άλλα χέρια δυνατά./ Μοναχή το δρόμο επήρες/ εξανάλθες μοναχή/ δεν είν΄ εύκολες οι θύρες/ εάν η χρεία τες κουρταλεί».
Επαληθεύεται σε αυτούς τους συνταρακτικούς στη διαπιστευτική τους δύναμη στίχους η υπόθεση που διατύπωσα; Η αιμάσσουσα τότε πατρίδα και η Ελευθερία που εκαρτερούσε χτυπώντας τα χέρια της από την απελπισιά φιλελεύθερη λαλιά, αναζητεί τη σωτηρία, την αρωγή, τη συμπαράσταση και την ηθική και υλική βοήθεια σε ξένα κέντρα εξουσίας, από σιδηρές ηγεσίες και δυνατούς, θεσμικά και οικονομικά, λαούς. Ο Σολωμός χρησιμοποιεί τη σημαδιακή λέξη: «γυρεύω» απ΄ όπου γύρος, γυρολόγος. Η πατρίδα και η Ελευθερία πήραν τους δρόμους ζητιανεύοντας, εκλιπαρώντας, απλώνοντας χέρι ζήτουλα. Σαν τον Δικαιόπολι του Αριστοφάνη φόρεσαν τα κουρέλια του Τήλεφου και κλαψουρίζοντας προσπαθούν να συγκινήσουν τα αισθήματα των μαζών είτε Αχαρνείς είναι αυτοί είτε Ευρωπαίοι της Ιεράς Συμμαχίας είτε Ευρωπαϊκή Ενωση. Και οι πόρτες δεν άνοιγαν στον Ζητιάνο. Ερημος και μόνος περιφερόταν στα τρίστρατα των εξουσιών, των οικονομικών συμφερόντων. Ναι, κάποιες φιλάνθρωπες, φιλελληνικές πορτούλες άνοιξαν και ακούστηκαν και συγκινητικά λόγια παρηγοριάς και θαυμασμού για τα παλαιά μεγαλεία. Ο Σολωμός είναι καθέτως ωμός, οι θύρες δεν ανοίγουν εύκολα όταν τις κρούει η ανάγκη, η φτώχεια, η ζητιανιά, η πενία. Και τότε και τώρα. Δεν είναι εύκολες. Αρα δύσκολες, βάζουν όρους, βαρείς, συχνά απάνθρωπους, ταπεινώνουν συνειδήσεις, απαξιώνουν λαούς, όχι λίγες φορές οι θύρες εκτοξεύουν ειρωνείες και όταν δίνουν τον οβολό τους μαζί προσφέρουν και αγχόνη, σκοινί και σαπούνι. Αυτή την ερημιά, μια περιφερόμενη ρακένδυτη φιγούρα, μια ταπεινωμένη Ελευθερία, μια πατρίδα ξευτίλα με το χέρι απλωμένο γυρεύοντας και επαιτώντας και ικετεύοντας δεν την αντέχει κανείς. Πόσες φορές από την Επανάσταση έως μόλις εχθές η πατρίδα διά των αρχόντων της, που συνήθως είναι και οι αίτιοι των συμφορών της, δεν πήρε τους δρόμους της επαιτείας, δεν έκρουσε ως ζήτουλας τις θύρες των ξένων ηγεμόνων, δεν εκλιπάρησε τον οίκτο και την ευσπλαχνία των ξένων λαών και πόσες φορές οι δύσκολες θύρες άνοιξαν, χρηματοκιβώτια, διεθνή οικονομικά τραστ αποδέσμευσαν δάνεια με όρους δυσβάσταχτους, όταν διαπίστωναν πως οι ζητιάνοι θα αποδεχτούν κάθε δεσμό, αφού βρίσκονται σε έσχατη ανάγκη στο χείλος της πτώχευσης και του αφανισμού.
Ποιος ακούει τους ποιητές κι όταν ωμά προειδοποιούν. Μοναχοί πήραμε τους δρόμους και μοναχοί επιστρέψαμε μέσα στους αιώνες κρούοντας, κουρταλώντας τις θύρες των Περσών και δανειζόμενοι δαρεικούς, τις θύρες των Ρωμαίων, των Ευρωπαίων, των Αμερικανών, των Κινέζων και τώρα τώρα των Εμίρηδων. Και οι θύρες αυτές εύκολες δεν είναι, στόματα αδηφάγα είναι, θηριώδη και ανελέητα. Τρέφονται με σάρκες ανθρώπων και πίνουν το αίμα και το δάκρυ λαών.
Ρομαντικές ρητορείες, θα πείτε. Ο Σολωμός με παρέσυρε που μέσα στον θυμό του που ο λαός του δεν θεωρούσε Εθνικόν ό,τι είναι αληθές αλλά το αντίθετο, παρ΄ όλα αυτά με το σπλάχνος που πάντα διαθέτουν οι ποιητές για τους παραστρατημένους αναφωνούσε: «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι αγαπημένε/ πάντοτ΄ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε»!
Κώστας Γεωργουσόπουλος
απόσπασμα απο εφημ. ΤΑ ΝΕΑ
ολόκληρο το κείμενο εδώ
......................................
Ο Διονύσιος Σολωμός μέσα στην πυρωμένη περίοδο που η Επανάσταση, όπως οι ήρωες του Σεφέρη, προχωρεί στα σκοτεινά, σε στίχους του «Υμνου για την Ελευθερίαν» καταθέτει δύο τετράστιχα με τραγικό δραματικό περιεχόμενο. Εικόνα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος .
«Με τα ρούχα αιματωμένα/ ξέρω ότι έβγαινες κρυφά/ να γυρεύεις εις τα ξένα/ άλλα χέρια δυνατά./ Μοναχή το δρόμο επήρες/ εξανάλθες μοναχή/ δεν είν΄ εύκολες οι θύρες/ εάν η χρεία τες κουρταλεί».
Επαληθεύεται σε αυτούς τους συνταρακτικούς στη διαπιστευτική τους δύναμη στίχους η υπόθεση που διατύπωσα; Η αιμάσσουσα τότε πατρίδα και η Ελευθερία που εκαρτερούσε χτυπώντας τα χέρια της από την απελπισιά φιλελεύθερη λαλιά, αναζητεί τη σωτηρία, την αρωγή, τη συμπαράσταση και την ηθική και υλική βοήθεια σε ξένα κέντρα εξουσίας, από σιδηρές ηγεσίες και δυνατούς, θεσμικά και οικονομικά, λαούς. Ο Σολωμός χρησιμοποιεί τη σημαδιακή λέξη: «γυρεύω» απ΄ όπου γύρος, γυρολόγος. Η πατρίδα και η Ελευθερία πήραν τους δρόμους ζητιανεύοντας, εκλιπαρώντας, απλώνοντας χέρι ζήτουλα. Σαν τον Δικαιόπολι του Αριστοφάνη φόρεσαν τα κουρέλια του Τήλεφου και κλαψουρίζοντας προσπαθούν να συγκινήσουν τα αισθήματα των μαζών είτε Αχαρνείς είναι αυτοί είτε Ευρωπαίοι της Ιεράς Συμμαχίας είτε Ευρωπαϊκή Ενωση. Και οι πόρτες δεν άνοιγαν στον Ζητιάνο. Ερημος και μόνος περιφερόταν στα τρίστρατα των εξουσιών, των οικονομικών συμφερόντων. Ναι, κάποιες φιλάνθρωπες, φιλελληνικές πορτούλες άνοιξαν και ακούστηκαν και συγκινητικά λόγια παρηγοριάς και θαυμασμού για τα παλαιά μεγαλεία. Ο Σολωμός είναι καθέτως ωμός, οι θύρες δεν ανοίγουν εύκολα όταν τις κρούει η ανάγκη, η φτώχεια, η ζητιανιά, η πενία. Και τότε και τώρα. Δεν είναι εύκολες. Αρα δύσκολες, βάζουν όρους, βαρείς, συχνά απάνθρωπους, ταπεινώνουν συνειδήσεις, απαξιώνουν λαούς, όχι λίγες φορές οι θύρες εκτοξεύουν ειρωνείες και όταν δίνουν τον οβολό τους μαζί προσφέρουν και αγχόνη, σκοινί και σαπούνι. Αυτή την ερημιά, μια περιφερόμενη ρακένδυτη φιγούρα, μια ταπεινωμένη Ελευθερία, μια πατρίδα ξευτίλα με το χέρι απλωμένο γυρεύοντας και επαιτώντας και ικετεύοντας δεν την αντέχει κανείς. Πόσες φορές από την Επανάσταση έως μόλις εχθές η πατρίδα διά των αρχόντων της, που συνήθως είναι και οι αίτιοι των συμφορών της, δεν πήρε τους δρόμους της επαιτείας, δεν έκρουσε ως ζήτουλας τις θύρες των ξένων ηγεμόνων, δεν εκλιπάρησε τον οίκτο και την ευσπλαχνία των ξένων λαών και πόσες φορές οι δύσκολες θύρες άνοιξαν, χρηματοκιβώτια, διεθνή οικονομικά τραστ αποδέσμευσαν δάνεια με όρους δυσβάσταχτους, όταν διαπίστωναν πως οι ζητιάνοι θα αποδεχτούν κάθε δεσμό, αφού βρίσκονται σε έσχατη ανάγκη στο χείλος της πτώχευσης και του αφανισμού.
Ποιος ακούει τους ποιητές κι όταν ωμά προειδοποιούν. Μοναχοί πήραμε τους δρόμους και μοναχοί επιστρέψαμε μέσα στους αιώνες κρούοντας, κουρταλώντας τις θύρες των Περσών και δανειζόμενοι δαρεικούς, τις θύρες των Ρωμαίων, των Ευρωπαίων, των Αμερικανών, των Κινέζων και τώρα τώρα των Εμίρηδων. Και οι θύρες αυτές εύκολες δεν είναι, στόματα αδηφάγα είναι, θηριώδη και ανελέητα. Τρέφονται με σάρκες ανθρώπων και πίνουν το αίμα και το δάκρυ λαών.
Ρομαντικές ρητορείες, θα πείτε. Ο Σολωμός με παρέσυρε που μέσα στον θυμό του που ο λαός του δεν θεωρούσε Εθνικόν ό,τι είναι αληθές αλλά το αντίθετο, παρ΄ όλα αυτά με το σπλάχνος που πάντα διαθέτουν οι ποιητές για τους παραστρατημένους αναφωνούσε: «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι αγαπημένε/ πάντοτ΄ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε»!
Κώστας Γεωργουσόπουλος
απόσπασμα απο εφημ. ΤΑ ΝΕΑ
ολόκληρο το κείμενο εδώ
Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010
Νοέμβρης 73-Νοέμβρης 2010, 37 χρόνια μετά....
Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.
Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.
Κ.Καβάφης
Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008
ΕΝΑΣ ΕΛΛΗΝΑΣ-Ο ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ
με αφορμή την εθνική επέτειο
και τη σημερινη α-πολιτικη πραγματικότητα .......
τιμή σ ένα ελεύθερο άνθρωπο
".......ένα πράμα μόνο με παρακίνησε κι εμένα να γράψω:ότι τούτη την πατρίδα τήν έχομεν όλοι μαζί,και σοφοί κι αμαθείς,και πλούσιοι και φτωχοί,και πολιτικοί και στρατιωτικοί,και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι.Οσοι αγωνιστήκαμεν,αναλόγως ο καθείς,έχομεν να ζήσομεν εδώ.Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί,να τη φυλάμε κι όλοι μαζί,καί να μή λέγει ούτε ο δυνατός "εγώ", ούτε ο αδύνατος.Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς "εγώ"? όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέει "εγώ", όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε "εμείς".Είμαστε στο "εμείς" κι όχι στο "εγώ".Καί στο εξής να μάθομε γνώση,άν θέλομε να φκιάσομε χωριό να ζήσομε όλοι μαζί.Εγραψα γυμνή την αλήθεια, να ιδούνε όλοι οι Ελληνες ν΄αγωνίζονται για την πατρίδα τους,για τη θρησκεία τους,να ιδούνε και τα παιδιά μου και να λένε" εχομε αγώνες πατρικούς,'εχομε θυσίες"-άν είναι αγώνες και θυσίες.Καί να μπαίνουν σε φιλοτιμία και να εργάζονται στο καλό της πατρίδας τους,της θρησκείας τους και της κοινωνίας-ότι θάναι καλά δικά τους.Οχι όμως να φαντάζονται για τα κατορθώματα τα πατρικά,όχι να πορνεύουν την αρετή και να καταπατούν το νόμο,και νάχουν την επιρροή για ικανότη"(Β 463-464)-Απομνημονεύματα
και ενα άλλο απόσπασμα από τα Απομνημονευματά του ,όπου εξηγεί τούς λόγους πού των σπρώχνουν στη "συνωμοσία" πού κατέληξε στο Σύνταγμα της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843.
Ιδού πώς ορκίζει.Η σκήνή είναι στο σπίτι του Μακρυγιάννη ένα βράδυ,ένας αγωνιστής κάθεται μαζί του,καθώς τσουγκρίζουν τα ποτήρια ,η κουβέντα τελειώνει έτσι:
"-Πού το τσάκισες αυτό το χέρι?
-Στο Μισολόγγι ,μου λέγει.
-Πού το τσάκισα εγω αυτό?
-Στούς Μύλους τ΄Αναπλιού.
-Γιατί τα τσακίσαμε?
-Γιά τη λευτεριά της πατρίδος
-Που΄ναι η λευτεριά κι η δικαιοσύνη?Σήκω απάνου!
τον παίρνω και πάμε και τον ορκίζω"(Β 375)
Τα αποσπάσματα ειναι απο το βιβλίο του Γ.Σεφέρη,Ενας Ελληνας-Ο Μακρυγιαννης,Εκδόσεις Ικαρος1975
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)