Υστερα δίπλωσε τα χέρια, έκλεισε τα φτερά
κι άφησε το σώμα στο νερό να ταξιδέψει.
Κόκκινος βαθύς από αίμα ποταμός
τον παρέσυρε στη θάλασσα.
Βούλιαξε στους βυθούς, στο σκοτάδι, σε δάση
από ανθισμένες κερασιές, εκεί που ψάρια κόκκινα
έφερναν στην αγκαλιά του δώρα τρυφερά
κόκκους λαχταριστούς ευρήματα μιας σπάνιας
θάλασσας γι’ αυτόν μικρής κι ανεξερεύνητης.
Ένας καλπασμός αλόγου έφτανε από μακριά
οι οπλές του χτυπούσαν το νερό και
κύματα ψηλά έσπρωχναν σμήνη ναυαγών
κι ο γλάρος που έμαθε στα μάτια τους να ταξιδεύει
ένιωθε πια πως στις θάλασσες του
δεν υπάρχουν κερασιές, όχι, στις δικές του
ανθίζουν τα ναυάγια και τρελός, ναι
τρελός, ένας του ύψους ναυαγός έμεινε για πάντα
στο βυθό στα ψάρια χαρίζοντας
τα ολόλευκα φτερά του.
ΕΦΗ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΡΗΜΟΣ οπως ΕΡΩΤΑΣ
εκδ: μετρονόμος,2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου